Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΚΑΙ Η ΥΠΑΚΟΗ




Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΚΑΙ Η ΥΠΑΚΟΗ
Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας
[Ομιλία στο Πνευματικό Κέντρο του Ι. Ν. Αγ. Τριάδος – Πειραιώς την 5 Φεβρουαρίου 1984 προς τα μέλη της Φοιτητικής Εκκλησιαστικής Δράσεως (Φ.Ε.Δ.) της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς]

Α'
Αγαπητοί μου φίλοι,
Θα παρουσιάσω με όση δυνατή μπορώ απλότητα το βαθύ θέμα «Γέροντας και υπακοή». Και οι λαϊκοί σαν μοναχοί όταν ακούμε τέτοιο θέμα, η σκέψη πολλών πηγαίνει σε μοναστήρια, γιατί νομίζουν ότι εκεί μόνο είναι η θέση του Γέροντα, του πνευματικού καθοδηγού δηλαδή, και στους μοναχούς μόνο αρμόζει η υπακοή σ αυτόν. Όμως πρέπει να πούμε από την αρχή ότι όλοι οι χριστιανοί πρέπει να ζούμε σαν μοναχοί. Ένα Ευαγγέλιο υπάρχει που καλούνται οι χριστιανοί να το εφαρμόσουν, άσχετα αν αυτοί είναι κληρικοί η λαϊκοί. «Απατάστε πολύ, λέγει ο Χρυσόστομος, αν νομίζετε ότι υπάρχουν άλλα πράγματα που απαιτούνται από τους κοσμικούς και άλλα από τους μοναχούς. Όλοι θα λογοδοτήσουν παρόμοια».1 Ο Κύριος είπε στους μαθητές Του: «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μάρκ. 8,34). Αυτό είναι όλος ο μοναχισμός: Η απάρνηση του εαυτού, η άρση του σταυρού του Κυρίου και η συνεχής πορεία με τον Ιησού. Αλλά τον λόγο αυτό ο Χριστός δεν τον είπε στους μαθητές Του μόνο• το σχετικό χωρίο λέγει: «Προσκαλεσάμενος τον όχλον συν τοις μαθηταίς αυτού είπεν αυτοίς: Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν...». Τον λόγο για απάρνηση του εαυτού τον είπε ο Χριστός και στον όχλο και όχι μόνο στους μαθητές Του. Ο μοναχός και ο κοσμικός οφείλουν να φθάσουν στα ίδια ύψη. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, σε επιστολή του προς ένα βυζαντινό αξιωματούχο, παρουσιάζει το πρόγραμμα της μοναχικής ζωής και λέγει: «Μη γαρ νομίσης επί μονάζοντος τα λεχθέντα, αλλά και επί λαϊκού τα πάντα επίσης» (P.G. 99, 1388). Ο μοναχός υπόσχεται τρία πράγματα. Την υπακοή, την ακτημοσύνη και την παρθενία. Αλλά οι τρεις αυτές αρετές είναι για κάθε χριστιανό. Στην προσευχή «Πάτερ ημών...», που είναι ασφαλώς για κάθε χριστιανό και όχι μόνο για τον μοναχό, είναι το αίτημα «Γενηθήτω το θέλημά Σου»• αυτό είναι ευχή υπακοής. Παρακάτω στο «Πάτερ ημών...» έχουμε το αίτημα «Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον»• αυτό είναι ευχή ακτημοσύνης. Και το τελευταίο αίτημα της Κυριακής προσευχής «Ρύσαι ημάς από του πονηρού», είναι ευχή παρθενίας. Να λοιπόν! Τις τρεις κύριες αρετές του μοναχισμού, την υπακοή, την ακτημοσύνη και την παρθενία, τις εύχονται και οι λαϊκοί. Και οι λαϊκοί πρέπει να ζουν σαν μοναχοί. Ο Γέροντας, από τον οποίο πρέπει να χειραγωγούνται οι ψυχές και στον οποίο πρέπει να υπακούουν, δεν είναι μόνο για τους μοναχούς, αλλά και για τους λαϊκούς• θα έλεγα μάλιστα ότι είναι περισσότερο αναγκαίος για τους λαϊκούς, που αντιμετωπίζουν περισσότερους πειρασμούς ζώντες στον κόσμο.

Αναγκαίος ο Γέροντας για την συμβάσα πτώση.


Έχουμε ανάγκη από Γέροντα. Θα πω όμως τώρα μια περίεργη κάπως ιδέα. Αρχίζοντας ο Χρυσόστομος να ερμηνεύει το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο λέγει ότι θα έπρεπε να είχαμε τόσο καθαρή ζωή, ώστε να είχαμε πολύ πλούσια την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και να μη μας ήταν αναγκαία η Αγία Γραφή. Και με τους δικαίους της πρώτης γενεάς των ανθρώπων ο Θεός επικοινωνούσε όχι με βιβλία, αλλά αυτοπροσώπως, επειδή είχαν καθαρή ψυχή. Όταν όμως, αργότερα, ο λαός βυθίστηκε στην αμαρτία, τότε ο Θεός επικοινωνούσε μαζί του με πλάκες και γράμματα.2 – Με βάση την πατερική αυτή σκέψη λέγουμε ότι θα έπρεπε να έχουμε τόσο καθαρή ζωή, ώστε να είχαμε πλούσια την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και να μην είχαμε ανάγκη από Γέροντα. Έτσι θα ερμηνεύσουμε κάπως το φαινόμενο ότι μεγάλοι Πατέρες έμειναν μόνοι τους στην έρημο, χωρίς Γέροντα. Προπτωτικά ο Αδάμ και η Εύα δεν ήταν Γέροντας ο ένας στον άλλο, αλλά είχαν πλούσια την Χάρη του Θεού και κατευθύνονταν απ αυτήν. Αλλά έγινε η θλιβερή πτώση. Σε τι συνίσταται η πτώση; Η πτώση ήταν η ανυπακοήστην εντολή του Θεού• αυτό είναι όλο – κι όλο η πτώση, που στοίχισε την έξοδό μας από τον Παράδεισο. Ο σκοπός της ζωής μας, αδελφοί, είναι να διορθώσουμε το κακό της πτώσης για να εισαχθούμε στον Παράδεισο. Το κακό της πτώσης ήταν η ανυπακοή• και η ζωή μας λοιπόν τώρα στην γη πρέπει να είναι όλο υπακοή και πορεία για τον ευτυχισμένο Κήπο της Εδέμ. Αλλά έχουμε ανάγκη χειραγωγού, για να ακολουθήσουμε την ευθεία, την πρέπουσα οδό που οδηγεί στον χαμένο Παράδεισο• γιατί η πτώση έφερε την τυφλότητα, την «αμαύρωση» του «κατ εικόνα», που λέγουν οι θεολόγοι, και έχουμε ανάγκη από ένα φωτισμένο χειραγωγό, που ξέρει από την πείρα του τον δρόμο που οδηγεί στην σωτηρία. Αυτός είναι ο Γέροντας! Ο χειραγωγός μου για τον Παράδεισο, που μου πιάνει με αγάπη το χέρι και εγώ του δίνω με εμπιστοσύνη το χέρι μου, την υπακοή μου, δηλαδή, και ακολουθώ τα βήματά του, τα οδηγούντα με εις σωτηρία.


Όλοι έχουμε ανάγκη από Γέροντα

Έχουμε ανάγκη χειραγωγού. Οι Ισραηλίτες, που έφυγαν από την Αίγυπτο, πορευόμενοι στην γη της Επαγγελίας, είχαν οδηγό τον Μωυσή και αργότερα τον Ιησού του Ναυή. Τον Λωτ και την οικογένειά του οι Άγγελοι τους έβγαλαν από την αμαρτωλή χώρα των Σοδόμων.3 Και εμείς έχουμε ανάγκη αγγέλου, ισαγγέλου, Γέροντος δηλαδή, που θα οδηγεί από την χώρα της απωλείας στην χώρα της σωτηρίας. Ένα άσμα που ψάλλουν οι πιστοί μας λέγει: Έφυγα απ τον Φαραώ της Αιγύπτου την σκλαβιά μ’ αρχηγό τον Μωυσή έφτασα ως το Σινά.

Γέροντά μου σεβαστέ, Μωυσή μου νοητέ...

Η ορθόδοξη πνευματικότητα αρχίζει από τον Γέροντα. Αυτό είναι το μυστικό της διαφοράς της δικής μας πνευματικότητας από την δήθεν πνευματικότητα του προτεσταντισμού• ο ορθόδοξος χριστιανός έχει πνευματικό πατέρα, έχειΓέροντα. Ο προτεστάντης δεν θέλει χειραγωγία• πορεύεται μόνος του προς τον Θεό με τον τρόπο που νομίζει• γι αυτό και όσοι προτεστάντες, τόσες ερμηνείες των Αγίων Γραφών, τόσοι και τρόποι πνευματικής ζωής. Ας παρατηρήσουμε τα Βυζαντινά εικονίσματα. Μοιάζουν περίπου το ένα με το άλλο. Τι θέλει να εκφράσει αυτό; Αυτό εκφράζει μια σπουδαία αλήθεια: Ότι ο ένας αντέγραψε – μιμήθηκε τον Γέροντά του• κι εκείνος τον δικό του Γέροντα και έτσι παρουσιάζεται η ομοιότητα των εικόνων. «Θέλεις να μάθεις – λέγει κάπου ο Χρυσόστομος – ότι κι αν είσαι πολύ μεγάλος και πολύ καταρτισμένος, κι αν έφτασες και σ’ αυτά τα ύψη της αρετής, έχεις ανάγκη από ένα σύμβουλο, που να σε διορθώνει και να σε ελέγχει;» Και αναφέρει ο ιερός πατέρας μια ιστορία από την Παλαιά Διαθήκη: Δεν ήταν κανείς ανώτερος από τον Μωυσή. Ήταν ο πραότατος από όλους τους ανθρώπους, ονομάστηκε «φίλος του Θεού», ήταν πολύ μορφωμένος και πολύ ενάρετος. «Επαιδεύθη Μωυσής πάση σοφία Αιγυπτίων», λέγει η Γραφή (Πράξ. 7,22). Με πολλούς προφήτες μίλησε ο Θεός, αλλά με τους άλλους μίλησε με αινίγματα και όνειρα• με τον Μωυσή όμως μίλησε πρόσωπο προς πρόσωπο. Ο Μωυσής έκανε φοβεράθαύματα. Και όμως! Αυτός ο σοφός και δυνατός στα λόγια και στα έργα, αυτός ο «φίλος του Θεού», δεν εννόησε ένα πράγμα που ήταν νοητό σε πολλούς ανθρώπους• που το κατάλαβε ο πεθερός του, ένας βάρβαρος και με μικρές ικανότητες άνθρωπος. Ποιο πράγμα; «Ακούστε – λέγει ο άγιος πατέρας – για να μάθετε ότι ο καθένας έχει ανάγκη από σύμβουλο, έστω κι αν φτάσει στην αρετή του Μωυσή, και ότι πράγματα που ξεφεύγουν την προσοχή μεγάλων και θαυμαστών ανθρώπων, δεν ξεφεύγουν μερικές φορές την προσοχή μικρών και ευτελών ανθρώπων».
Ο Μωυσής στην έρημο έκρινε όλες τις διαφορές του λαού, που ο αριθμός του έφτανε τις εξακόσιες χιλιάδες. Και καθόταν λοιπόν ο μέγας Μωυσής και ασχολούνταν με το κοπιαστικό αυτό έργο από το πρωί μέχρι το βράδυ. Το είδε αυτό ο πεθερός του, ο Ιοθώρ, άνθρωπος με μικρές ικανότητες και ασεβής(γιατί ήταν ειδωλολάτρης) και συμβούλεψε τον μέγα Μωυσή. Τον συμβούλεψε να διορίσει στον λαό άνδρες που να προΐστανται χιλίων ανθρώπων (χιλιάρχους), άλλους που να προΐστανται πεντακοσίων ανθρώπων (πεντακοσιάρχες), άλλους που να προΐστανται εκατό ανδρών (εκατοντάρχους) και άλλους, τέλος, που να προΐστανται δέκα ανδρών (δεκάρχες)• αυτοί να λύνουν – του είπε – τις διαφορές του λαού και να αναφέρουν σε σένα τα μεγάλα μόνο και σοβαρά θέματα. Και ο Μωυσής, λέγει ο Χρυσόστομος, «αν και έγιναν από αυτόν μεγάλα σημεία, όμως εννοήσας ότι έχει ανθρώπινη φύση, από την οποία ξεφεύγουν πολλές φορές πολλά, δέχτηκε με προθυμία την συμβουλή» (Βλ. ομιλία Ιω. Χρυσοστόμου «Περί ελέγχου». Εις Άπαντα Αγίων Πατέρων τ. 33, 118Α εξ. Για το αγιογραφικό παράδειγμα βλ. Έξοδ. 18,13 εξ.). Να, λοιπόν, παράδειγμα από την αγία Γραφή που δείχνει ότι έχουμε ανάγκη καθοδηγού και συμβούλου. Όποιος αρνείται να έχει Γέροντα δείχνει την υπερηφάνειά του• φανερώνει ότι έχει πεποίθηση, ότι θαρρεύει στον εαυτό του, ότι δεν παραδέχεται την αμαρτωλότητα και αδυναμία της ανθρώπινης φύσης του• αλλά αυτό δεν είναι ανάκληση της πτώσης• αυτό είναι παραμονή στην πτώση. Αντίθετα, αυτός που έχει Γέροντα και υπακούει σ αυτόν, δείχνει το ταπεινό του φρόνημα και με την υπακοή του ανακαλεί, όπως είπαμε, το κακό της πτώσης, που συνίσταται στην ανυπακοή.


Θεολογική τοποθέτηση του Γέροντα

Θα ήθελα να δώσω κάποια απλή θεολογική και λειτουργική τοποθέτηση της θέσης του Γέροντα: Ο Υιός του Θεού από τον ουρανό ήρθε ανάμεσά μας• αλλά πέρασε από την Παναγία πρώτα. Έτσι και εμείς, στην πορεία μας προς την Βασιλεία των Ουρανών, θα πρέπει να περάσουμε από την Παναγία. Ό,τι όμως, λέγεται για την Παναγία λέγεται και για την Εκκλησία. Υπάρχει μια μυστική θεολογική σύνδεση και ταύτιση, θα έλεγα, Θεοτόκου και Εκκλησίας.4 Να περάσουμε από την Παναγία σημαίνει να περάσουμε από την Εκκλησία. Η Εκκλησία έχει τους πατέρες, τους αββάδες και τους γεροντάδες• από αυτούς πρέπει να περάσουμε πορευόμενοι προς τον Θεό μας. Όπως ο ιερέας προσφέρει στον Θεό τα δώρα κατά την θεία Λειτουργία, έτσι και ο Γέροντας, αυτός προσφέρει την ψυχή στον Θεό τελώντας την ωραία αυτή ποιμαντική ιερουργία.5


Ο Γέροντας νυμφαγωγός εις Χριστόν

Ο Γέροντας σαν να έχει την θέση του κουμπάρου στον γάμο. Ο κουμπάρος είναι ο νυμφαγωγός των δύο προσώπων, αυτός που εγγυάται στην Εκκλησία την αγάπη τους και προχωρεί έπειτα η Εκκλησία στην τέλεση του μυστηρίου του γάμου. Και δεν επεμβαίνει πλέον ο κουμπάρος στο ανδρόγυνο, αλλά στέκεται παράμερα παρακολουθώντας μόνο μη διαταραχθεί η ωραία τους σχέση και ψυχρανθεί η αγάπη τους• κι αν συμβεί τούτο, τότε πρέπει να ειδοποιήσει την Εκκλησία, η οποία επεμβαίνει να ξανασυνδέσει τον χαλαρωθέντα δεσμό, έχοντας ως συνεργό της τον κουμπάρο. Κάπως έτσι είναι και η θέση του Γέροντα στην ψυχή. Ο Γέροντας είναι ο νυμφαγωγός της ψυχής προς τον Χριστό. «Χαίρε πιστούς Κυρίω αρμόζουσα», λέγει ο Υμνωδός στην Παναγία (στο Τ των Χαιρετισμών). Αλλά, είπαμε, ό,τι λέγεται για την Παναγία λέγεται και για την Εκκλησία. Αυτό μπορεί να ειπωθεί για τον ιερέα, για τον Γέροντα. Πόσο ωραίο είναι εκείνο που λέγει ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους: «Σάς αρραβώνιασα με έναν άνδρα»! («Ηρμοσάμην υμάς ενί ανδρί» Β΄Κορ. 11,2).6 Σκοπός του Γέροντα είναι να συνδέσει την ψυχή με τον Κύριο – όχι με τον εαυτό του – και να στέκεται έπειτα αυτός ως παράνυμφος, επεμβαίνοντας όταν βλέπει να χαλαρώνει ο ιερός αυτός δεσμός, για να τον συσφίξει πάλι και να τον στερεώσει.

Ανακεφαλαίωση

Ανακεφαλαιώνοντας τα παραπάνω λέγουμε ότι η ορθόδοξη πνευματικότητα αρχίζει από τον Αββά, από τον Γέροντα. Με την υπακοή στον Γέροντα διορθώνεται το κακό της πτώσης, που είναι η ανυπακοή, και προφυλάσσεται ο πιστός από νέα πτώση. Ξέρετε γιατί συνέβη η θλιβερή πτώση; Γιατί ο πειρασμός βρήκε την Εύα μόνη! Δεν θα την «πάθαινε» η Εύα, αν ήταν μαζί με τον Αδάμ, ή, αν έφευγε γρήγορα από το φίδι και πήγαινε στον Αδάμ να του καταγγείλει όσα βλάσφημα της είπε αυτό. Έτσι και η ψυχή• όταν κρατιέται καλά από τον Γέροντα δεν είναι εύκολη η πτώση της. Και είναι κράτημα, είναι στήριγμα δυνατό γι αυτήν, αν τρέχει και αναφέρει στον Γέροντά της τις πανούργες επιθέσεις του πειρασμού. Και όπως το μικρό παιδί, που το πειράζουν τα άλλα παιδιά, απειλεί με το «θα το πω στον πατέρα μου», έτσι πρέπει να λέγει θαρρετά και η ψυχή στον πειρασμό που της επιτίθεται: «Θα το πω στον πάτερ μου», «θα το πω στον Γέροντά μου»! – Στο χωρίο του Παύλου που ανέφερα, όπου λέγει στους Κορινθίους «Σάς αρραβώνιασα με έναν άνδρα», λέγει παρακάτω ο Απόστολος: «Φοβάμαι! Μήπως, όπως το φίδι εξαπάτησε με την πανουργία του την Εύα, έτσι πλανηθούν και τα δικά σας νοήματα». Στην αγία Γραφή και τα άγια Συναξάριά μας βλέπουμε οι άγιοί μας να αρχίζουν την πνευματική τους πορεία με Γέροντα, με καθοδηγό. Έτσι ο Ιησούς του Ναυή είχε τον Μωυσή• ο Βαρούχ τον Ιερεμία• ο Παύλος τον Ανανία• ο Τιμόθεος τον Παύλο και η οσία Μαρία η Αιγυπτία τον Ζωσιμά. Το ίδιο συμβαίνει σε όλη την αναρίθμητη στρατιά των αγίων μας. Στην γραμμή αυτή των αγίων μας πρέπει να βαδίσουμε και μείς και όχι να χαράξουμε άλλον τρόπο πνευματικής πορείας προτεσταντίζοντα• πρέπει να έχουμε Γέροντα.


Β΄

Η υψηλή θέση του Γέροντα

Γέροντας είναι ο πνευματικός πατέρας• λέγεται Γέροντας, όπως και ο ιερέας λέγεται «Πρεσβύτερος». Στην αρχή ο πρεσβύτερος ιερέας ήταν και στην ηλικία πρεσβύτερος. Αλλά «γήρας τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται» (Σοφ. Σολ. 4,8)• έτσι και ένα νεαρό η νεαρά που αφιερώνονται στον Θεό τον λέμε «καλόΓΕΡΟ» και «καλοΓΡΙΑ». Ο Γέροντας, «Στάρετς» στα Ρωσσικά, δεν είναι ανάγκη να είναι ηλικιωμένος, αλλά να έχει την Χάρη του Θεού να καθοδηγεί άλλους.
Η Εκκλησία το θέμα του Γέροντα, του εξομολόγου, το έχει σε περιποιούσα τιμή. Και εξηγείται βέβαια αυτό από το ότι Γέροντας κυρίως, πνευματικός πατέρας δηλαδή σε μια Μητρόπολη είναι ο Επίσκοπος της Μητρόπολης αυτής. Αλλά επειδή δεν επαρκεί ο Επίσκοπος να εξομολογήσει όλο το πλήθος του λαού του, παραχωρεί την πνευματική πατρότητά του και σε ορισμένους εκ των ιερέων του, που διακρίνονται για την πνευματικότητά τους• γι αυτό και οι εξομολόγοι ιερείς λέγονται «πνευματικοί».
Η υψηλή θέση του Γέροντα στην Εκκλησία φαίνεται και από το ότι η εκλογή του είναι υπέρ-ενοριακή, θα έλεγα• δεν δεσμεύεται από τα όρια μιας ενορίας. Για να κάνει κανείς μια βάπτιση, ένα γάμο πρέπει να παρουσιαστεί στην ενορία του• για το θέμα όμως της εξομολόγησης, της πνευματικής καθοδήγησης, δεν ισχύει αυτό.7 Σ’ αυτό το θέμα ισχύει το ρήμα «αναπαύομαι». Προτιμάει κανείς τον Γέροντα στον οποίο αναπαύεται η ψυχή του και ας βρίσκεται αυτός πολύ μακρυά του.8 – Ο Γέροντας με την πλήρη έννοιά του, ο Στάρετς των Ρώσσων, δεν αναδεικνύεται προβαλλόμενος ή επιβαλλόμενος στον λαό από έναν ανώτερο αξιωματούχο, αλλά αναδεικνύεται στον λαό από την αρετή του• το Άγιο Πνεύμα μιλώντας κατ’ ευθείαν στις καρδιές των χριστιανών αποκαλύπτει ότι ένα πρόσωπο έχει ευλογηθεί από τον Θεό με την χάρη να καθοδηγεί τους άλλους και να θεραπεύει τα ψυχικά τους νοσήματα.
Ο Γέροντας, με την έννοια του Στάρετς και όχι απλώς του εξομολόγου, συνηθέστατα είναι ιερομόναχος, αλλά και κάποιος έγγαμος ιερέας μιας ενορίας ή ακόμα, λέγουν τα Συναξάριά μας, και κάποιος απλός μοναχός ή μοναχή.9 Αν ο Γέροντας δεν είναι ιερέας – εξομολόγος, αφού ακούσει τα αμαρτήματα και προβλήματα των ανθρώπων και δώσει τις κατάλληλες συμβουλές, τους στέλνει σ έναν εξομολόγο για την άφεση των αμαρτιών τους.


Προσόντα του Γέροντα

Θα έρθω τώρα σε μια άλλη σοβαρή παράγραφο του θέματος: Πως πρέπει να είναι ο Γέροντας; Κάποτε ο Γέροντας Σιλουανός, μοναχός στο Ρωσικό μοναστήρι του αγίου Όρους, μιλώντας για τον πατέρα του είπε γι αυτόν: «Τέτοιο Γέροντα ήθελα να έχω»! Πως ήταν ο πατέρας του; Μια φορά, σε εποχή θερισμού, όταν ακόμα ο Σιλουανός ήταν λαϊκός, Συμεών το όνομα, όλη η οικογένεια δούλευε στο χωράφι• ήταν η σειρά του Συμεών να ετοιμάσει το γεύμα. Ξέχασε όμως πως ήταν Παρασκευή και έβρασε χοιρινό κρέας κι έφαγαν όλοι. Πέρασε μισό έτος. Τον χειμώνα, μια γιορτή, ο πατέρας λέγει στον Συμεών μ ένα γλυκό χαμόγελο:
– Θυμάσαι, παιδί μου, που μου έβρασες χοιρινό κρέας στο χωράφι; Ήταν Παρασκευή, ξέρεις, και το έτρωγα σαν να ήταν πτώμα.
– Και γιατί δεν μου το είπες τότε;
– Δεν ήθελα να σε συγχύσω, παιδί μου.
«Να, τέτοιο Γέροντα ήθελα να έχω», έλεγε ο πατήρ Σιλουανός• «ποτέ δεν θύμωνε και ήταν πάντοτε μετρημένος και ήσυχος. Σκεφθείτε, έκανε υπομονή μισό χρόνο και βρήκε την κατάλληλη στιγμή, ώστε να με διορθώσει και να μη με συγχύσει».10

α) Επιείκεια

Ο Γέροντας, κατά πρώτον, πρέπει να είναι επιεικής και διακριτικός. Ποτέ σκληρότητα και άκριτη τακτική στα πνευματικά του τέκνα. Μια τέτοια τακτική, που πολύ πιθανόν να προέρχεται και από ζήλο, αλλά «ου κατ επίγνωσιν» (Ρωμ.10,2), κάνει ζημιά, πολύ μεγάλη ζημιά• δολοφονεί τις ψυχές. Και τέτοιες δολοφονίες, ας το ομολογήσουμε ταπεινά, έχουν γίνει από Γεροντάδες...
Θα αναφέρουμε εδώ ένα ωραίο, ένα χτυπητό σχετικό παράδειγμα από τα έργα των αθανάτων πατέρων μας: Ένας Γέροντας δέχτηκε μια μέρα ένα νεαρό και ευσεβή μοναχό. Ήρθε ο μοναχός στον Γέροντα να του εκμυστηρευθεί τους πειρασμούς του, που ιδιαίτερα αυτή την περίοδο του ήταν δυνατοί και τον απογοήτευαν, και να του ζητήσει την θεραπεία. Στις συμβουλές του Γέροντα ο μοναχός έλπιζε να βρει παρηγοριά στον πόνο του και φάρμακο στις πληγές του. Αλλά ο Γέροντας, όταν άκουσε τους λογισμούς του μοναχού, του είπε πικρά λόγια: «Ελεεινέ – του είπε – είσαι ανάξιος να φέρεις το όνομα του μοναχού, αφού αισθάνεσαι τέτοιες επιθυμίες!». Οι παρατηρήσεις αυτές του Γέροντα πλήγωσαν κατάκαρδα τον μοναχό. Βγήκε από το κελλί βυθισμένος στην πιο σκοτεινή απελπισία. Και στην απελπισία του αυτή και την θανάσιμη λύπη του δεν σκεπτόταν πια να θεραπεύσει το κακό, αλλά να ικανοποιήσει το πάθος που τον πείραζε. Ήταν απορροφημένος από αυτή την σκέψη, όταν συνάντησε τον Αββά Απολλώ, τον αγιώτερο από όλους τους Γεροντάδες. Στο πρόσωπο του νέου ο Γέροντας διακρίνει την σφοδρότητα της πάλης, που διαδραματιζόταν στα βάθη της ψυχής του. Με γλυκύτητα τον ρωτάει για την αιτία της μεγάλης του ταραχής. Ο νέος δεν μπόρεσε να αρθρώσει ούτε λέξη. Τέλος, τα ομολογεί όλα. Αφού, κατά την γνώμη του Γέροντα που συμβουλεύτηκε, είναι ανάξιος να είναι μοναχός και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να χαλιναγωγήσει τις σαρκικές ορμές, θα εγκαταλείψει την μοναστική ζωή και θα παραδοθεί στον κόσμο.
Ο Απολλώς τότε αρχίζει να τον παρηγορεί με λόγια στοργικά, λέγοντας μάλιστα και για δικούς του πειρασμούς και αγώνες. Του συνιστά να μην παραδοθεί στην απελπισία, ούτε να εκπλήσσεται από την σφοδρότητα του πειρασμού. Του παρουσιάζει το έλεος και την χάρη του Θεού. Και στην συνέχεια ζητάει από τον νέο προθεσμία μιας μόνο ημέρας παρακαλώντας τον να επιστρέψει στο κελλί του, ενώ αυτός κατευθύνεται εσπευσμένα στο μοναστήρι του αυστηρού Γέροντα. Καθώς πλησίαζε, προσευχήθηκε με δάκρυα: «Κύριε, Συ μόνο βλέπεις με το συμπαθές βλέμμα τις δυνάμεις του καθενός μας και την αδυναμία της φύσεώς μας...Σε παρακαλώ, ρίξε τον πειρασμό του νέου στην ψυχή του Γέροντα, για να μάθει τουλάχιστον τώρα στο γήρας του να είναι συμπαθής στις αδυναμίες των πονεμένων και συγκαταβατικός στο ευόλισθο της νεότητας»!Πραγματικά, ύστερα από λίγο ο άσπλαχνος και αδιάκριτος Γέροντας προσβλήθηκε από σφοδρούς σαρκικούς πειρασμούς. Αλλά ο συνετός Απολλώς μεταξύ των άλλων του είπε: «Ο Θεός επέτρεψε να κτυπηθείς έτσι, ώστε να μάθεις από την πείρα να είσαι συμπαθής στις αδυναμίες των άλλων και συγκαταβατικός στους νεώτερους αδερφούς. Δέχτηκες ένα νέο μοναχό, χτυπημένο από τον πονηρό και αντί να του γλυκάνεις τον πόνο με την παρηγοριά σου, τον παρέδωσες με την θανάσιμη απελπισία στα χέρια του εχθρού, γιατί όσο εξηρτάτο από σένα θα καταβροχθιζόταν από τον πονηρό. Μάθε λοιπόν από την δική σου περίπτωση να συμπαθείς τους χτυπημένους από τον πειρασμό και να μην τους ρίχνεις ποτέ στην ολέθρια απόγνωση»11. Ο Γέροντας, ξαναλέμε, πρέπει να έχει επιείκεια και διακριτικότητα.

β) Αυστηρότητα

Ο διακριτικός Γέροντας δεν θα είναι μόνο επιεικής εκεί που πρέπει, αλλά και αυστηρός, εκεί πάλι που πρέπει. Λέγοντας αυστηρός εννοώ ότι θα σπρώχνει τα τέκνα του προς σωτηρία, όταν τα βλέπει ραθυμούντα, για να τα νευρώσει και να τα τονώσει σε σταθερή πια πνευματική πορεία, θα τους βάλει δε και επιτίμια, τα οποία έχουν παιδαγωγικό μόνο χαρακτήρα. Ας θυμηθούμε εδώ ένα σχετικό περιστατικό από την Αγία Γραφή: Οι δύο θείοι Επισκέπτες είπαν στον Λωτ να πάρει την οικογένειά του και να φύγει από τα Σόδομα, για να μην καταστραφούν και αυτοί με τις αμαρτίες της αμαρτωλής πόλης. Αλλά δεν ήθελε να φύγει ο Λωτ από τα Σόδομα, την εύφορη αυτή περιοχή, την οποία προτίμησε σε βάρος του θείου του Αβραάμ και από την οποία είχε πλουτήσει. Και οι άγγελοι μεταχειρίστηκαν βία για να τους σώσουν• το κείμενο λέγει: «Εκράτησαν οι άγγελοι της χειρός αυτού και της χειρός της γυναικός αυτού και των χειρών των δύο θυγατέρων αυτού... και εξήγαγον αυτούς έξω» (Γεν. 19,16.17).12
Έτσι χρειάζεται να είναι και ο πνευματικός πατέρας στα τέκνα του, όταν τα βλέπει ράθυμα: Να τα σπρώχνει στην οδό της σωτηρίας: Το «σπρώξιμο» αυτό αντιστοιχεί με έλεγχο της αμαρτωλής – της ράθυμης κατάστασης, με επιτίμιαγια τις πτώσεις και προγραμματισμό νέας, έντονης πνευματικής ζωής. Ο έλεγχος του Γέροντα στα τέκνα του, όταν τα βλέπει να μην πορεύονται καλά πνευματικώς, αποδεικνύει την αγωνία του για την σωτηρία τους και την αγάπη του γι αυτά. Ένας αδιάφορος Γέροντας, σε τέτοιες περιπτώσεις, περιορίζεται σε απλή μόνο συμβουλή και παραλείπει τον έλεγχο και τα επιτίμια• αλλά αυτός δεν είναι Γέροντας, δεν είναι πατήρ. Η αυστηρότητα του Γέροντα, εκεί που πρέπει, δεν είναι αντίθετη προς την αγάπη, αλλά μάλλον άλλη όψη αυτής.

γ) Διακριτικότητα

Θα πρέπει όμως εδώ να πούμε ότι ο καλός Γέροντας πρέπει να γνωρίζει να χρησιμοποιεί λελογισμένο έπαινο και να διεγείρει έτσι την φιλοτιμία και το αγωνιστικό φρόνημα των τέκνων του, εμπνέοντας σ αυτά την αυτοτιμωρία και την αυτοδιόρθωση. Σ’ αυτόν τον Γέροντα παραμένουν ελάχιστα περιθώρια για έλεγχο και τιμωρία.
Και ακόμα πρέπει να πούμε αυτό που λέγει ο άγιος Βασίλειος, ότι ο πνευματικός πατέρας πρέπει να είναι ανεκτικός ιδιαίτερα στους αρχαρίους, που πέφτουν από απειρία, και όταν τους επιβάλλει επιτίμια, να τους τα επιβάλλει «εν πάση ευσπλαγχνία και συμμετρία» (Όροι κατά πλάτος 43). Ο Χρυσόστομος τονίζει ότι η επιβολή των επιτιμίων δεν αρκεί να είναι σύμμετρος προς το παράπτωμα, αλλά και προς την «προαίρεσιν» του αμαρτάνοντος (Ιω. Χρυσοστόμου, Περί Ιερωσύνης 2,4). Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος εφιστά την προσοχή στον ποιμένα να μη χρησιμοποιεί τα ίδια μέσα θεραπείας για όλους, γιατί υπάρχουν διάφοροι ψυχολογικοί τύποι, και, όπως λέγει, «τους μεν έπαινος ώνησε, τους δε ψόγος, αμφότερα δε μετά καιρού», σε κατάλληλη δηλαδή περίσταση (Λόγος 2, 31. P.G. 35, 440 Α). Τέλος, ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει ότι η ποινή, που θα επιβάλει ο Γέροντας στα τέκνα του, πρέπει να είναι ανάλογη προς την αντοχή τους και συνεπώς ο πιο αδύνατος πρέπει να τιμωρείται «κουφοτέρως» από τον ισχυρότερο (Προς τον ποιμένα, 10). Αλλά η διάκριση θα πει στον Γέροντα που πρέπει να είναι αυστηρός και που επιεικής. «Ποικίλον δεί είναι τον ιερέα του Θεού», λέγει κάπου ο Χρυσόστομος.
Γ΄
Η αξία της υπακοής

Μαρτύριο – ελευθερία – ανάσταση
Έρχομαι τώρα στην αντίστοιχη προς την παραπάνω παράγραφο: Πως πρέπει να είναι τα τέκνα προς τον Γέροντα; Πρέπει να είναι υπάκουα. Είπαμε ότι το κακό της πτώσης έγκειται στην ανυπακοή. Η υπακοή λοιπόν είναι πορεία προς την προπτωτική, την εδεμική κατάσταση. Η μεγαλύτερη θυσία στον Θεό που μπορεί να κάνει ένας πιστός είναι η υπακοή στον Γέροντά του. Και θα εξηγήσω το «Γιατί». Η καλύτερη προσφορά στον Θεό είναι να προσφέρω το μεγαλύτερο, το καλύτερο που έχω• και το μεγαλύτερο δώρο του Θεού στον άνθρωπο είναι η ελευθερία. Αυτή την ελευθερία, που δεν της κάναμε καλή χρήση και μας παρέσυρε στην θλιβερή πτώση, με τον φόβο μάλιστα ότι θα μας παρασύρει σε συνεχείς πτώσεις, αυτή την ελευθερία προσφέρουμε στον Γέροντα και υποτασσόμαστε με υπακοή σ’ αυτόν. Είναι δε η υπακοή σε Γέροντα και η άσκηση γενικά, είναι η συνέχεια του μαρτυρίου της Εκκλησίας των τριών πρώτων αιώνων. «Οι χριστιανοί πάντοτε μαρτυρούν», λέγει κάπου ο Χρυσόστομος. Όταν έπαυσαν οι διωγμοί, η Εκκλησία βρήκε άλλον τρόπο μαρτυρίου: Την άσκηση• και η άσκηση της υπακοής είναι μαρτύριο. «Μαρτύριον η υπακοή», λέγουν τα Γεροντικά αποφθέγματα.13 Είναι «μνήμα θελήσεως», λέγει γι αυτήν ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος (Λόγος δ΄, γ΄).
Αλλά θα πω τώρα το αντίθετο και θα αποδείξω πως συμβιβάζεται με το προηγούμενο: Δεν είναι καταδούλωση η υπακοή• είναι ελευθερία. Δεν είναι «μνήμα», δηλαδή ταφή• είναι ανάσταση. Ως εξής περιγράφει ο Ντοστογιέφσκυ, με το στόμα του στάρετς Ζωσιμά, στους Αδελφούς Καραμάζωφ, την ελευθερία των ανθρώπων της εποχής του: «Ζουν μόνο για να ζηλεύουν ο ένας τον άλλο, για χλιδή κι επίδειξη. Θεωρούν τόσο απαραίτητα τα γεύματα, τ’ αμάξια, τ’ αξιώματα και τους δούλους, για να τους υπηρετούν, που είναι έτοιμοι να θυσιάσουν για όλ’ αυτά ακόμα και την ζωή τους, την τιμή τους, τ’ ανθρώπινα αισθήματά τους. Φτάνουν μάλιστα να καταλήξουν και στην αυτοκτονία, όταν δεν μπορούν να κορέσουν τις επιθυμίες τους. Το ίδιο κάνουν κι όσοι δεν είναι πλούσιοι. Γιατί οι φτωχοί το ρίχνουν στο κρασί, για να ξεχάσουν το ανικανοποίητο και την ζήλεια τους. Μα σύντομα θα πιούν αίμα αντί για κρασί. Και σάς ρωτώ: Είναι ελεύθερος ένας τέτοιος άνθρωπος;» (Αδελφοί Καραμάζωφ, Μέρ. Β΄ βιβλ. ΣΤ΄ κ. 3). Αυτό δεν είναι ελευθερία• αυτό είναι δουλεία στα πάθη. Όποιος όμως υπακούει σε Γέροντα, που είναι ο νοητός Μωυσής, ο οποίος τον βγάζει από την Αίγυπτο των παθών, ελευθερώνεται από τα πάθη, δεν κυριαρχείται από αυτά, τα πατάει, τα βάζει σε μνήμα, και αυτός εγείρεται αναστημένος από την σπηλιά τους, όπου ήταν πρώτα θαμμένος. Η υπακοή στον Γέροντα είναι ανυπακοή στον διάβολο, είναι ταφή των παθών και ανάσταση αρετών. Γι αυτό, ενώ ο Ιωάννης της Κλίμακος λέγει ότι η υπακοή είναι «μνήμα θελήσεως», αμέσως παρακάτω λέγει ότι αυτή είναι «έγερσις ταπεινώσεως».
Στους Αδελφούς Καραμάζωφ ο Ντοστογιέφσκυ μιλάει πάλι για τον μοναχό Αλιόσα, που πήγε και βρήκε τον στάρετς Ζωσιμά κι αφοσιώθηκε σ αυτόν, μένοντας μαζί του στο ίδιο κελλί. Υπέταξε την θέλησή του στην θέληση του Γεροντά του. Έγινε δούλος του, για ν αποκτήσει την απόλυτη ελευθερία, την ελευθερία από τον εαυτό του (Μερ. Α΄ βιβλ. 1 κ. 5). Αν τώρα η υπακοή στον Γέροντα φαίνεται «μαρτύριο», αυτό συμβαίνει στον αρχάριο, που ζει ακόμα στα πάθη του και πόθησε μεν να ζήσει την ζωή του Πνεύματος, δεν του είναι όμως εύκολη, στην αρχή τουλάχιστον, η απαλλαγή από τα «αγαπητά» του πάθη, που καλείται τώρα να τα σφάξει στο βωμό της υπακοής. Όταν όμως σιγά-σιγά παίρνει την Χάρη του Θεού η ψυχή του και γνωρίζει την νέα ζωή πόσο γλυκειά είναι, τότε αλλάζουν τα «γούστα» του – ας το πω έτσι –• και εκείνο που φαινόταν δύσκολο στην αρχή, τώρα έγινε εύκολο• και όχι μόνον εύκολο, αλλά και επιθυμητό.14

Υπακοή σε όλα;

Στον Γέροντα λοιπόν οφείλουν υπακοή τα πνευματικά τέκνα. Υπακοή σε όλα; Ναι, σε όλα! Πρότυπο υπακοής είναι ο Χριστός, που έγινε «υπήκοος» στο θέλημα του ουρανίου Πατέρα Του «μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. 2,8). Και αυτός που υπακούει τελείως στον πνευματικό του πατέρα, στον Γέροντά του, μιμείται την υπακοή του Χριστού. Μιμείται την υπακοή του Αβραάμ, γιατί υπακούει στην φωνή: «Έξελθε εκ της γης του θελήματός σου και δεύρο εις την γην της υπακοής» (βλ. Γεν. 12, 1).15 – Ο απόστολος Τιμόθεος, αν και ήταν ασθενής, όμως δεν έπινε ως φάρμακο λίγο κρασί, αλλά έπινε όλο νερό• περίμενε και σ’ αυτό ακόμα την εντολή του Γέροντά του (βλ. Α΄Τιμ. 5,23)!16
Και για τα καλά έργα πρέπει να ρωτάμε τον Γέροντα• ας μνημονεύσουμε εδώ τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Είχε επιθυμία να κηρύξει το Ευαγγέλιο• δεν τόλμησε όμως να εκτελέσει την άγια αυτή επιθυμία του, αν δεν έπαιρνε πρώτα, όπως μας βεβαιώνει η βιογραφία του, την ευχή των Γεροντάδων. Ο Διάβολος λέγεται «πλεονέκτης» (βλ. Β΄Κορ. 2,11). Γιατί; Γιατί μας πολεμάει και εκ δεξιών, και με τα καλά έργα δηλαδή. Δεν μας λέει μόνο, π.χ., να καταλύσουμε την νηστεία, αλλά και να τηρήσουμε αυστηρή νηστεία, για να μας ρίξει στην υπερηφάνεια• γι’ αυτό η ασφάλεια είναι να ρωτάμε σε όλα τον Γέροντα. Κι αν ακόμα ο Γέροντας είναι ατελής και δεν δίνει καλές συμβουλές στα τέκνα του, όμως αυτά πρέπει να τον υπακούουν και ο Θεός θα ευλογήσει πλούσια την αρετή αυτής της υπακοής τους• και θα κερδήσουν, λοιπόν, έτσι πολλή ωφέλεια από τον ατελή έστω Γέροντά τους. Έχει και εδώ εφαρμογή ο θεόπνευστος λόγος «Τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν» (Ρωμ. 8,28). Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός δεν είχε ικανό Γέροντα• αλλά αυτό δεν τον έβλαψε καθόλου. Τον ανέδειξε μάλιστα η τέλεια υπακοή του σ αυτόν.17

Αιτία για το κακό της ανυπακοής

Θα αναφέρω μια γενική περίπτωση διατάραξης της ωραίας σχέσης της υπακοής. Η υπακοή είναι μια χρυσή αλυσίδα που μας δένει με τον Θεό, την Αγία Τριάδα. Ως εξής εννοώ την αλυσίδα αυτή: Ο πιστός υπακούει στον Γέροντά του• εκείνος υπακούει στον Επίσκοπο• ο Επίσκοπος στην Εκκλησία• η Εκκλησία στον Χριστό• και ο Χριστός σαν άνθρωπος στον Θεό Πατέρα (βλ. Α΄ Κορ. 3,22.23). Όταν όμως ο Γέροντας, από εγωισμό, δεν υπακούει στον Επίσκοπό του, σπάει τον κρίκο της χρυσής αλυσίδας της υπακοής• θα είναι δε αστείο ο Γέροντας αυτός να απαιτεί υπακοή από τα πνευματικά του τέκνα. Και αυτά πάλι, όταν βλέπουν τον Γέροντά τους ανυπότακτο στον δικό του Γέροντα, δεν έχουν διάθεση υπακοής σ αυτόν, που τα διδάσκει ανυπακοή με το παράδειγμά του.

Όχι «κάστα» ο Γέροντας με τα τέκνα του προς ζημία της Εκκλησίας

Στο τέλος της ομιλίας αυτής θα αναφερθώ σε παρατηρούμενο λάθος μερικών Γεροντάδων και των πνευματικών τους τέκνων μαζί. Θα υποδείξω το λάθος αυτό μιλώντας από την Αγία Γραφή για ένα καλό, πολύ καλό Γέροντα, που θέλησαν μερικά τέκνα του να τον παρασύρουν στο λάθος αυτό, χωρίς βέβαια να το πετύχουν, ενώ άλλα καλά τέκνα του ενόησαν την ορθή θέση του Γέροντα αυτού και ακολούθησαν την γραμμή του. Ως Γέροντα εννοώ τον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη. Είχε κύκλο μαθητών και έδειξε στους μαθητές του τον Κύριο λέγοντας: «Ίδε ο Αμνός του Θεού». Αυτή είναι η θέση του Γέροντα• να δείχνει τον Χριστό και προς Αυτόν να κατευθύνει τα τέκνα του. Δύο από τους μαθητές του Ιωάννου, ο Ιωάννης και ο Ανδρέας, έφυγαν από τον διδάσκαλό τους και ακολούθησαν τον Χριστό, γινόμενοι οι πρώτοι μαθητές Του. Αρνήθηκαν τον Γέροντά τους; Όχι! Το πόσο ο μαθητής Ιωάννης τιμούσε τον Γέροντά του φαίνεται από το Ευαγγέλιό του. Θέλοντας να μιλήσει για την μεσσιανικότητα του Ιησού αρχίζει με την μαρτυρία του Γέροντά του, του Προδρόμου Ιωάννου, εγκωμιάζοντάς τον μάλιστα πολύ: «Εγένετο», λέγει, «άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης. Ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί του φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι αυτού». Τιμάει πολύ τον Γέροντά του, αλλά παρά την μεγάλη φήμη του, δεν τον θεοποιεί. Πρώτα ο Χριστός και έπειτα ο Γέροντας, που η αξία του έγκειται στο ότι μας καθοδηγεί στον Χριστό. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μιλώντας για τον Γέροντά του λέγει καθαρά: «Ουκ ην εκείνος το φως»• ήρθε μόνο «ίνα μαρτυρήση περί του φωτός», του Χριστού δηλαδή (βλ. Ιω. 1, 6-8). Μερικοί όμως από τους μαθητές του Ιωάννου πήγαν στον δάσκαλό τους και του είπαν με ανησυχία και ζηλοτυπία: «Ραββί, ος ην μετά σου πέραν του Ιορδάνου, ω συ μεμαρτύρηκας, ίδε ούτος βαπτίζει και πάντες έρχονται προς αυτόν» (Ιω. 3,26). Καταπικράθηκαν, γιατί αρχίζει να χάνει οπαδούς ο Γέροντάς τους και τους κερδίζει ο Χριστός! Ο Γέροντάς τους, ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, τους απάντησε πολύ ωραία• τους είπε, μεταξύ άλλων, ότι αυτός δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο «φίλος του νυμφίου», του Χριστού δηλαδή, ο νυμφαγωγός που συνδέει τους άλλους μαζί του (βλ. Ιω. 3,27-29). Μας κάνει όμως εντύπωση η κακή τοποθέτηση των μερικών αυτών μαθητών του• και να σκεφθούμε ότι, όπως μας πληροφορεί η περικοπή Ματθ. 9,14-15, αργότερα αυτοί οι μαθητές συμμάχησαν με τους Φαρισαίους και κατηγόρησαν τον Ιησούν, γιατί δεν επιβάλλει στους μαθητές Του να νηστεύουν. Και τότε ο Ιησούς τους απάντησε με τον λόγο του διδασκάλου τους ότι Αυτός είναι ο Νυμφίος και εφ όσον οι μαθητές Του είναι μετά του Νυμφίου δεν οφείλουν να νηστεύουν.
Οι μαθητές αυτοί του Ιωάννου νόμισαν ότι ο διδάσκαλός τους προορισμό έχει να ιδρύσει οργάνωση που να μείνει πάντα οργάνωση• δεν είδαν την Εκκλησία, που ήρθε να ιδρύσει ο Χριστός. Έτσι πικραίνονταν, όταν έβλεπαν να κερδίζει ο Χριστός, η Εκκλησία δηλαδή, και να χάνει η οργάνωσή τους, όπως το νόμιζαν αυτοί. Από το παραπάνω αγιογραφικό παράδειγμα υποδεικνύεται το λάθος στο οποίο μπορεί να οδηγηθούν μερικοί Γέροντες με τα πνευματικά τους τέκνα μαζί. Ο καλός Γέροντας πρέπει να βοηθεί τα τέκνα του να τοποθετηθούν σε σωστή εκκλησιολογική βάση• να τους μιλάει για την Εκκλησία και για την υψηλή θέση του Επισκόπου σ αυτή• και μαζί με την ομάδα των τέκνων του να προσφέρονται όλοι μαζί για εργασία στην Εκκλησία του Χριστού με υποταγή προς τον Επίσκοπο, που πρέπει να τον θεωρούν ως τον μεγάλο Γέροντά τους.
Ο Γέροντας, ο ιερέας παριστάνεται με άγγελο.18 Ενθυμούμενοι την περί αγγέλου σχετική δέηση στην θεία μας Λειτουργία ας κλείσουμε τον λόγο περί Γέροντος με την προσευχή: Γέροντα ειρήνης, πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων19 ημών παρά του Κυρίου αιτησώμεθα. Παράσχου Κύριε!



 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ομιλία στην προς Εβραίους 7,4 βλέπε και ομιλ. 20 στην προς Εφεσίους.
2. «Έδει μεν ημάς μηδέ δείσθαι της από των γραμμάτων βοηθείας, αλλ ούτω βίον παρέχεσθαι καθαρόν, ως του Πνεύματος την Χάριν αντί βιβλίων γίνεσθαι ταις ημετέραις ψυχαίς και καθάπερ ταύτα δια μέλανος, ούτω τας καρδίας τας ημετέρας δια Πνεύματος εγγεγράφθαι. Επειδή δε ταύτην διακρισάμεθα την Χάριν, φέρε καν το τον δεύτερον ασπασώμεθα πλούν. Επειδή ότι το πρότερον άμεινον ην, και δι ων είπε και δι ων εποίησεν εδήλωσεν ο Θεός. Και γαρ τω Νώε και τω Αβραάμ και τοις εγγόνοις τοις εκείνου και τω Ιώβ και τω Μωυσεί δε ου δια γραμμάτων διελέγετο, αλλ αυτός δι εαυτού καθαράν ευρίσκων αυτών την διάνοιαν. Επειδή δε εις αυτόν της κακίας ενέπεσε τον πυθμένα άπας των Εβραίων ο δήμος, τότε λοιπόν γράμματα και πλάκες και η δια τούτων υπόμνησις» (Εις το κατά Ματθαίον ομιλία Α). Την ίδια ιδέα λέγει ο ιερός πατέρας και στην Β΄ομιλ. στην Γένεση.
3. «Οι μεν εξ Αιγύπτου εξελθόντες, Μωϋσέα• οι δε εκ Σοδόμων φυγόντες, Άγγελον τον καθηγούντα εκέκτηντο• και οι μεν, τοις τα ψυχικά πάθη ιωμένοις δι επιμελείας ιατρών εοίκασιν• οίτινές εισιν οι εξ Αιγύπτου εκπορευόμενοι• οι δε, τοις την του δυστήνου σώματος ακαθαρσίαν επιποθούσιν εκδύσασθαι• διο και Αγγέλου, ήγουν ισαγγέλου, ίν ούτως είπω, του βοηθούντος επιδέονται• κατά γαρ την σηπεδόνα των τραυμάτων, τεχνίτου λίαν και ιατρού δεόμεθα». Κλίμαξ οσίου Ιωάννου, λόγος Α΄ Περί της του ματαίου βίου βιαίας αποταγής ιε΄).
4. Η ωραία αυτή θέση φαίνεται σε ομιλίες των Πατέρων και στην ιερή μας υμνωδία• δεν είναι η αρμόζουσα ευκαιρία εδώ να παραθέσουμε μαρτυρίες• η Παναγία μας υμνείται στην ορθόδοξη λατρεία μας ως «της Εκκλησίας ο ασάλευτος πύργος» και αποδίδονται σ Αυτήν εκφράσεις και προσωνυμίες που αποδίδονται και στην Εκκλησία (για παράδειγμα: «Αυλή λογικών προβάτων», «Ολκάς των θελόντων σωθήναι», «Έμψυχος Παράδεισος εν μέσω έχων τον Κύριον», «Πόλις του Παμβασιλέως περί ης λελάληνται δεδοξασμένα και αξιάκουστα», «Χρυσοπλοκώτατος πύργος και δωδεκάτειχος πόλις», «Κιβωτός σωτηρίας» κ.α.). Σπουδαία θεολογική εργασία στο θέμα αυτό είναι το βιβλίο του ALOIS MάLLER, ECCLESIA - MARIA (Die Einheit Marias und der Kirche). Στην ιερή μας υμνωδία παρατηρείται επίσης και η ταύτιση της Εκκλησίας και της Θεοτόκου με τον Σταυρό. Αξίζει ύστερα από σχετική έρευνα και μελέτη να γραφεί ένα τέτοιο βιβλίο από τον λειτουργικό μας πλούτο.
5. «Κύκλω της τραπέζης σου ως στελέχη βλέπων τα έκγονά σου, χαίρε, ευφραίνου προσάγων ταύτα τω Χριστώ, ποιμενάρχα». (Αναβαθμός Βαρέος Ήχου).
6. Ένα τροπάριο στην αγία Θέκλα λέγει: «Μνηστευθείσαν Θαμύριδι, ο νυμφαγωγός σε Παύλος ηρμόσατο, τω Νυμφίω ως αμώμητον τω επουρανίω Θέκλα πάνσοφε». (ΚΔ΄ Σεπτεμβρ. α΄τροπάριο δ΄ ωδής).
7. Και όμως, αν θελήσουμε να εξετάσουμε βαθιά το θέμα, θα εννοήσουμε ότι και για τον πνευματικό του ο πιστός πρέπει να καταφεύγει στην ενορία του. Δυστυχώς ο λαός μας, και ευσεβείς ακόμα, δεν έχουν ενοριακή συνείδηση, από λανθασμένη ασφαλώς καθοδήγηση που τους δόθηκε• θα πρέπει να βοηθήσουμε τον πιστό μας λαό να καταλάβει τι σημαίνει αυτό που λέγεται «ενορία». Θα πρέπει όμως να πούμε ότι για να αγαπήσει ο λαός την ενορία του και να μην καταφεύγει αλλού για την πνευματική του τροφοδοσία, πρέπει οι ιερείς της ενορίας να τον ελκύουν με την αρετή τους και την ποιμαντική τους φροντίδα και να μην τον απωθούν.
8. Μερικές φορές – για να μην πούμε πολλές φορές – κάτω από το «αναπαύομαι» κρύπτεται το ίδιο αμαρτωλό θέλημα• και συμβαίνει λοιπόν ο ασταθής να φεύγει από τον ένα Γέροντα και να πορεύεται στον άλλο και από εκείνον σε άλλον με την σημαία του «αναπαύομαι» και έτσι να κάνει «πνευματικό τουρισμό»!
9. Από το βιβλίο του Π. Ευδοκίμωφ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, Έκδοση Ρηγοπούλου σ. 370, παραθέτουμε:
Μια γυναίκα «χαρισματούχος», θεοφώτιστη, παίρνει τον τίτλο «αμμάς» η «πνευματική μήτηρ». Συνήθως οι γυναίκες αυτές είναι οι μητέρες του μοναστηριού τους, όπως ο Παχώμιος ήταν ο πατέρας του ιδικού του. Οι άνθρωποι απ έξω έρχονται να τις εύρουν, για να ζητήσουν συμβουλή (αγία Ευφροσύνη, αγία Ειρήνη). Κατά το 1210 ένας αββάς, ο Ησαΐας, συνθέτει ένα βιβλίο από αποφθέγματα μητέρων με το όνομα «Μητερικόν» (μεταφρασμένο στα ρωσσικά από τον Θεοφάνη τον Έγκλειστο, Μόσχα 1891), ανάλογο προς το «Πατερικόν». Εκτός από την μυστηριακή εξουσία και το κήρυγμα στην Εκκλησία (που ανήκουν αποκλειστικά στο επισκοπικό αξίωμα), οι μητέρες είχαν τα ίδια προνόμια και τις ίδιες υποχρεώσεις όπως και οι πατέρες απέναντι στους μοναχούς.
10. Βλέπε• Αρχιμ. Σωφρονίου, ο Γέροντας Σιλουανός σ. 10.11 (β΄ έκδοσις).
11. Ιωάννου Κασσιανού «Διαλέξεις Πατέρων» (βλ. Ηλ. Μαστρογιαννοπούλου «Οι Πατέρες της Εκκλησίας και ο άνθρωπος» Έκδ. β΄σ. 281.2).
12. Η φράση της ευχής προς τον άγγελο «Άγιε άγγελε... κράτησον της αθλίας και παρειμένης χειρός μου και οδήγησόν με εις οδόν σωτηρίας» προέρχεται απ αυτό ακριβώς το αγιογραφικό περιστατικό.
13. Η νέκρωση του ιδίου θελήματος αποτελεί την νέα μορφή σταυρού και μαρτυρίου κατά την περίοδο της ειρήνης: «Εν καιρώ βαθείας και τελείας ειρήνης ουδέν έτερον επληροφορήθημεν είναι σταυρόν και θάνατον, ει μη την παντελή του ιδίου θελήματος νέκρωσιν» (Συμεών ο νέος Θεολόγος Κατ. 20). Η ολοκληρωτική απάρνηση του οικείου θελήματος, βασιζόμενη στην ταπείνωση, λογίζεται υπό του Κυρίου ως «μαρτύριο» (Συμεών ο νέος Θεολόγος Ύμν. 55).
14. «Αρχή μεν νεκρώσεως και μέλους σώματος και ψυχής θελήματος πόνος• μεσότης δε, ποτέ μεν πόνος, ποτέ δε απονία• τέλος δε, ακινησία λοιπόν και αναισθησία πόνου» (Κλίμαξ Ιωάννου, περί υπακοής ε΄). Μια ψυχή στην αρχή, που ένοιωθε εμπαθής, έλεγε στον Χριστό: «Όλα για το “εγώ” μου και τίποτε δικό Σου». Αργότερα όμως προόδευσε λίγο πνευματικά και είπε: «Τα πιο πολλά για το “εγώ” μου και λίγα δικά Σου». Προόδευσε ακόμη περισσότερο και είπε: «Μισά για το “εγώ” μου και μισά δικά Σου». Αργότερα είπε: «Λιγώτερα για το “εγώ” μου και τα πιο πολλά δικά Σου». Και, τέλος, έφτασε να πει: «Τίποτα για το “εγώ” μου και όλα δικά Σου».
15. Ο άγιος Συμεών, ο νέος θεολόγος, κατά τον βιογράφο του, υπετάγη εντελώς στον Γέροντά του θεωρώντας τον εαυτό του ως δούλο του. Ήταν έτοιμος να υπακούσει ευχαρίστως σ αυτόν και να πέσει πρόθυμα ακόμα και σε πυρακτωμένη κάμινο η στο βάθος της θάλασσας. Εξεπλήρωνε πρόθυμα όλες τις διακονίες που του ανάθετε, ακόμα και τις πιο κοπιώδεις και εξευτελιστικές, χωρίς ταυτόχρονα να παραμελεί τις νηστείες και τις αγρυπνίες του, γιατί είχε επίγνωση τι σημαίνει να παραδοθεί σε υποταγή άνευ όρων. Σοφός όμως καθώς ήταν ο Γέροντάς του τον διέταξε μερικές φορές να κάμει τα αντίθετα προς τα παραπάνω, που εκτελούσε πρόθυμα, πιέζοντας αυτόν να φάει η να κοιμηθεί. Μολονότι αυτό λυπούσε πολύ τον Συμεών, υπέμενε τα πάντα, γιατί αναγνώριζε την σοφία και την διάκριση του Γέροντα, ο οποίος άλλοτε μεν χρησιμοποιώντας την ταπείνωση και τους κόπους, άλλοτε δε την τιμή και την ανάπαυση «αμφοτέρωθεν μισθούς αυτώ προξενεί τω θελήματι αυτού αντιπίπτων» (Κλίμαξ P.G. 88,680 Α). Ο μαθητής λοιπόν παραδίδει την θέλησή του στον πνευματικό πατέρα, γιατί αναγνωρίζει σ αυτόν το προβάδισμα στην σοφία και την διάκριση. Αρίστη έχει εδώ εφαρμογή ο ωραίος περί υπακοής ορισμός του Ιωάννου της Κλίμακος: «Υπακοή εστιν απόθεσις διακρίσεως εν πλούτω διακρίσεως» (Κλίμαξ 4, P.G. α 88, 724 Β. – Βλέπε Βενιζέλου Χριστοφορίδου, Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΤΡΟΤΗΣ ΚΑΤΑ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΝΕΟΝ ΘΕΟΛΟΓΟΝ σ. 132).
16. «Άκουσον τι φησιν ο Παύλος• «οίνω ολίγω χρώ δια τον στόμαχόν σου και τας πυκνάς σου ασθενείας». Ει δε ο άγιος εκείνος και νόσω κατεχόμενος και επαλλήλους αρρωστίας υπομένων, ου μετελάμβανεν οίνου, έως επέτρεψεν ο διδάσκαλος, τίνα αν σχοίημεν συγγνώμην ημείς εν υγεία μεθύοντες;» (Ιωάννου Χρυσοστόμου εις το κατά Ματθαίον ομιλ. ΝΖ΄).
17. «Είναι ενδεχόμενον ο ηγούμενος να είναι πράγματι ανάξιος, να διάγη βίον άσωτον και εν γένει να διαχειρίζεται κακώς τα της μονής. Δύναταί τις άραγε εις την περίπτωσιν ταύτην να μη υπακούη, να επαναστατήση κατ αυτού και να συνασπισθή μετά των κατηγορούντων και λοιδορούντων αυτόν; Η απάντησις εν προκειμένω είναι αρνητική. Οποιαδήποτε και εάν είναι η διαγωγή του πνευματικού πατρός δεν επιτρέπεται αντίδρασις η εξέγερσις εναντίον του, ακόμη και εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν ο υιος θα ίδη αυτόν “πορνεύοντα”. Οφείλει να υπομείνει αυτόν μέχρι τέλους χωρίς να περιεργάζεται την ζωήν του. Δύναται μάλιστα και εκ τοιούτου πατρός να ωφεληθή, εφ όσον βιάζει εαυτόν να ενθυμήται μόνον τα υπ αυτού καλώς πραττόμενα, να θεωρή δε τα κακώς ενεργούμενα ως ίδια αμαρτήματα “έχων ως άγιον εκείνον και επικαλούμενος την ευχήν αυτού”» (Από το βιβλίο του Βεν. Χριστοφορίδου Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΤΡΟΤΗΣ ΚΑΤΑ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΝ ΝΕΟΝ ΘΕΟΛΟΓΟΝ σ. 132).
18. Έτσι π.χ. στο Μαλαχ. 2,7 λέγεται: «Χείλη ιερέως φυλάξεται γνώσιν και νόμον εκζητήσουσιν εκ στόματος αυτού, διότι άγγελος Κυρίου παντοκράτορός εστιν». Και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στον λόγο του προς Ποιμένα (οη΄) λέγει: «Συνεργόν ώσπερ των ασωμάτων και νοερών Δυνάμεων εαυτόν αποδείκνυσιν, ο τη εκ Θεού δοθείση αυτώ καθαρότητι τον ρύπον αποσμήχων των ετέρων... Τούτο γαρ το έργον και μόνον των θείων εστί λειτουργών».
19. Ο Γέροντας φροντίζει και για την σωματική υγεία των τέκνων του. Έτσι βλέπουμε ο απόστολος Παύλος να φροντίζει για την σωματική υγεία του Τιμοθέου (βλ. Α΄Τιμ. 5,23) και ο Χρυσόστομος λέγει σ αυτό: «Τι γαρ εκείνου φιλοστοργότερον γέγονεν, ος εκ τοσούτου διαστήματος ων και τοσούτοις κυκλούμενος πράγμασιν, υπέρ της υγείας του στομάχου του μαθητού τοσαύτην εποιείτο πρόνοιαν και μετά ακριβείας επέστελλεν υπέρ της του νοσήματος διορθώσεως;» (Ομιλία προς Ανδριάντας Α΄). Και για τον ίδιο Απόστολο, που ενδιαφερόταν και για την υγεία των πνευματικών του τέκνων, λέγει αλλού ο Χρυσόστομος: «Καθάπερ τις στρατηγός η άριστος ιατρός, αυτός σκευοφόρος, αυτός υπασπιστής, αυτός υπερασπιστής, αυτός προστάτης, αυτός πάντα γενόμενος τω στρατοπέδω• και ουκ εν τοις πνευματικοίς μόνον, αλλά και εν τοις σαρκικοίς πολλήν την πρόνοιαν επεδείκνυτο, πολλήν την σπουδήν» (Εις τον Απόστολον Παύλον ομιλ. Γ΄).


ΑΠΛΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ-Μηνιαία Έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως-
Ιανουάριος 2010 – Τεύχος 37
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

<< Αποφθέγματα >>